Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Σαν σήμερα φευγει απο τη ζωή η Γαλάτεια Καζαντζάκη

Γαλάτεια Καζαντζάκη

 Η  Γαλάτεια Αλεξίου (όπως ήταν το πραγματικό επώνυμο της Γαλάτεια Καζαντζάκη) γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στις 8 Μαρτίου του 1881 και έμελλε να αποτελέσει μια εμβληματική λογοτεχνική φιγούρα, η οποία με την έντονα πολιτικοποιημένη στάση της (δηλωμένη αριστερή με δράση στο ΣΕΚΕ -το μετέπειτα ΚΚΕ) με την οξεία γραφή της και τον ασυμβίβαστο τρόπο που αντιμετώπιζε κάποια πράγματα υπερασπίστηκε με σθεναρό ύφος και αδιαλλαξία τη γυναικεία φύση, αντιπροσωπεύοντας την γυναίκα που δεν συμβιβάζεται απέναντι σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο και είναι πάντα έτοιμη να συγκρουστεί με το κατεστημένο για τα δικαιώματά της.

Ποιήτρια, πεζογράφος, μεταφράστρια, συγγραφέας θεατρικών έργων, έντονα φεμινίστρια, αδιάλλακτη ως προς τις πάγιες θέσεις της, υπερασπιστής του Δημοτικισμού ή, όπως έμεινε γνωστή, «η πρώτη γυναίκα του Νίκου Καζαντζάκη», η  Γαλάτεια Καζαντζάκη (επώνυμο που κράτησε και μετά το διαζύγιό της) άφησε την τελευταία της πνοή στις 17 Νοεμβρίου 1962 στην Αθήνα.

Η Γαλάτεια Καζαντζάκη γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου 1881 στο Ηράκλειο Κρήτης και ήταν το πρώτο παιδί του τυπογράφου και εκδότη Στυλιανού Αλεξίου. Είχε επίσης, δύο αδέλφια. Τον Λευτέρη και την  Έλλη (επίσης αριστερή, αγωνίστρια και συγγραφέας) με τους οποίους συνεργάστηκε και συγγραφικά.
Η Γαλάτεια εισήλθε στον κόσμο των γραμμάτων με το πεζογράφημα «Δικταίον Άντρον», που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πινακοθήκη το 1906 υπογράφοντας με το ψευδώνυμο «Lalo de Castro».  Όμως, έγινε ευρύτερα γνωστή με το έργο «Ridi Pagliaccio» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νουμάς το 1909 στα τεύχη 340 -3. Στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλες δημοσιεύσεις όπως «Γυναίκες», «Συλλογές διηγημάτων 11π.μ.-1μ.μ.» και το θεατρικό έργο «Ενώ το πλοίο ταξιδεύει», το οποίο μάλιστα ανέβηκε στο Εθνικό θέατρο το 1933.

Γαλάτεια και Νίκος Καζαντζάκης – Μια σχέση πάθους και μίσους!


Η Γαλάτεια γνωρίστηκε με τον άνδρα της Νίκο Καζαντζάκη κάπως παράξενα (το 1909) κυρίως μέσω της κριτικής του Καζαντζάκη στη νουβέλα της Γαλάτειας «Ridi Pagliaccio».
Αν και συνολικά η κριτική του ήταν θετική, γράφει μεταξύ άλλων: «Κι ακόμα πιο πολύ – δεν ξέρω – η δυσφορία που μου γεννά το Ridi Pagliaccio, αναβρύζει ίσως από κάποια βαθύτερη, μυστικότερη πηγή. Η Γυναίκα που, όταν αγαπήσει, αντί να συρθεί στα πόδια του κυρίαρχού της, σκλάβα, υψώνεται τόσο ανδιάντροπα και βεβηλώνει την αγάπη της δημοσιεύοντάς τηνε – μου κάνει κακό, είναι σα ν’ ανοίγει την κάμαρά της, είναι σαν ν’ ανασηκώνει τις κουρτίνες του κρεβατιού της και προσκαλεί όλο τον κόσμο να σκύψει απάνω στα σεντόνια και να δει {…}»,  ενώ συνεχίζει σε άλλο σημείο πως «Ό, τι κι αν λέμε, ο αληθινός ρόλος της γυναίκας είναι ν’ αγαπά, να πονεί, να χαίρεται και να σωπαίνει. Και όχι να σηκώνεται και να δρασκελίζει το κατώφλι του σπιτιού της και να βγαίνει στα τρίστρατα μεσόγυμνη και να δείχνει σ’ όλους τους διαβάτες κλαψιάρα, τα μπράτσα της τα μπλαβισμένα από τα φιλήματα του Αγαπητικού {…}».Όπως θα ήταν αναμενόμενο η κριτική του Καζαντζάκη με τον διάχυτο αλλά υφέρποντα μισογυνισμό του εξόργισε την φεμινίστρια Γαλάτεια.
Το ζευγάρι ωστόσο δεν αντιμετώπιζε συνέχεια εντάσεις. Δυο χρόνια μετά τη γνωριμία τους (1911) παντρεύτηκαν στην εκκλησία του νεκροταφείου (!) του Ηρακλείου, επειδή ήταν «ο μόνος χώρος που δεν θα μπορούσε να τον ανακαλύψει (ο αυταρχικός πατέρας του Καζαντζάκη) για να εμποδίσει το γάμο με την αντάρτισσα», ομολόγησε αργότερα ο λογοτέχνης. Μέτρησαν 15 χρόνια κοινής πορείας στη ζωή αλλά και στη συγγραφή έργων. Μάλιστα έγραψαν από κοινού κείμενα υπογράφοντας ως Πέτρος και Πετρούλα Ψιλορείτη.
Ωστόσο, ο γάμος τους ήταν προδιαγεγραμμένο ότι δεν θα άντεχε. Χώρισαν οριστικά το 1926 με την Γαλάτεια να θέτει ως απαράβατο όρο να διατηρήσει το επίθετο του πρώην συζύγου της προκειμένου να συναινέσει στο διαζύγιο. Βέβαια, βάσει του νομικού πλαισίου της εποχής η Γαλάτεια ήδη είχε κατοχυρώσει το επίθετο Καζαντζάκη και μάλιστα συζούσε ήδη με τον αριστερό ποιητή Μάρκο Αυγέρη, τον οποίο και παντρεύτηκε το 1933. Προφανώς ο όρος που έθεσε αφορούσε τα αρνητικά ως και εχθρικά συναισθήματα που έτρεφε για τον πρώην άνδρα της.
Η Γαλάτεια είχε εξαρχής δηλώσει την κομματική της ταυτότητα. Ήταν αριστερή με έντονη και πλούσια δράση στην «Εργατική βοήθεια» του Κ.Κ.Ε. αλλά και στο περιοδικό Πρωτοπόροι, όπου αρθρογραφούσεΠαρά τις ριζοσπαστικές ιδέες της και τις φεμινιστικές της απόψεις δεν διώχθηκε ποτέ από το καθεστώς του Μεταξά ενώ οι εις βάρος της κυρώσεις περιορίστηκαν στην απαγόρευση να δημοσιεύει τα κείμενά της ενυπόγραφα.
Επηρεασμένο από τις απόψεις της και τη -γενικότερα- τολμηρή στάση ζωής της ήταν και το έργο της.  Στο επίκεντρο της θεματολογίας της βρίσκεται πάντα η θέση της γυναίκας στο γάμο. Άλλοτε παρουσίαζε τη γυναίκα ως φιλόλογο που προκειμένου να ξεφύγει από την ένδεια στην οποία περιήλθε έγινε πόρνη, άλλοτε παρουσίαζε μια βολεμένη σύζυγο ενός πλουσίου κυρίου, άλλοτε μια τσακισμένη συναισθηματικά γυναίκα (από το έργο «Γυναίκες»).
Λόγω των αντιλήψεών της δεν ήταν λίγες οι φορές που έμπλεκε σε ομηρικούς καυγάδες με τον πρώην σύζυγό της Νίκο Καζαντζάκη, κάτι για το οποίο έγινε ήδη λόγος. Όμως, η πιο χαρακτηριστική περίπτωση εδράζεται στην κριτική που της ασκήθηκε τόσο από τον ίδιο το λογοτέχνη όσο και από την πλειονότητα του τύπου της εποχής για το σχεδόν αυτοβιογραφικό έργο της «Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι» (1957). Στο έργο αυτό παρουσιάζεται η ζωή του ζευγαριού Δανάη Φραντζή και Αλέξανδρου Αρτάκη, οι οποίοι -σχεδόν απροκάλυπτα- αντιπροσωπεύουν την ίδια και τον Νίκο Καζαντζάκη. Οι κριτικές ήταν σφοδρές και αιχμηρές. Επί της ουσίας κατηγορήθηκε ότι στο έργο της αποδόμησε τον Καζαντζάκη και δεν αφουγκράστηκε τις ανησυχίες του. Ότι τοποθέτησε την γυναίκα σε βάθρο εξουσίας, επιφυλάσσοντάς της θέση ανώτερη από του άνδρα.
Όμως, διαβάζοντας κάποιος την άποψή της για το ρόλο του προοδευτικού καλλιτέχνη διαπιστώνει ότι στην πραγματικότητα θέλησε να τοποθετήσει τη γυναίκα σε ισότιμη θέση με τον άνδρα και ότι με το σύζυγό της είχε απλώς ολοκληρωτικά διαφορετικές και αντικρουόμενες απόψεις. Θα ολοκληρώσουμε το αφιέρωμά μας σε αυτή την ασυμβίβαστη γυναίκα με το λόγο της για το ρόλο του προοδευτικού καλλιτέχνη:
«Ο τεχνίτης πρέπει να λέει με το έργο του κάθε στιγμή στο λαό του: είμαι δικός σου. Σάρκα από τη σάρκα σου. Κι αν υπάρχει κάτι που με κάνει διαφορετικό είναι γιατί μπορώ να σου δώσω την αιωνιότητα. Να τραγουδήσω τις χαρές σου. Να φτερώσω τις ελπίδες σου. Να πω σ’ όλο τον κόσμο το μόχθο και τον αγώνα της ζωής σου».
filologika.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες