ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ
Όσιος Αλύπιος ο Κιονίτης
Άγιος Γεώργιος ο Νεομάρτυρας από τη Χίο
Όσιος Ιάκωβος ο Αναχωρητής
Όσιος Σίλος επίσκοπος Κορίνθου της Περσίας
Όσιος Χαιρέμων
Άγιος Ιννοκεντίος ο Θαυματουργός πρώτος επίσκοπος Ιρκούτας
Άγιος Προκόπιος ο Πέρσης
Όσιος Αλύπιος ο Κιονίτης
Ο Όσιος Αλύπιο ήταν από την Αδριανούπολη της Παφλαγονίας και έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. Η παράδοση αναφέρει ότι, όταν θα γεννιόταν ο Αλύπιος, η μητέρα του είδε σε όνειρο να κρατάει ένα λευκό αρνί που στα κέρατά του ήταν τρεις αναμμένες λαμπάδες, που σήμαινε τις αρετές που θα είχε το παιδί που θα γεννιόταν.
Οι γονείς του έδωσαν στον Αλύπιο χριστιανική ανατροφή, που στο πρόσωπο του επέφερε καρπούς εκατονταπλασίονας. Είχε μεγάλη περιουσία, την οποία δαπάνησε στους φτωχούς και πάσχοντες της περιοχής του. Διότι ευχαρίστηση του ήταν να εκπληρώνει το νόμο του Θεού, που προτρέπει τους χριστιανούς να είναι «συμπαθεῖς, φιλάδελφοι, εὔσπλαχνοι, φιλόφρονες» (Α' επιστολή Πέτρου, γ' 8). Δηλαδή να συμπαθούν και να συμμετέχουν στις λύπες των αδελφών τους, να αγαπούν σαν αδελφούς τους συνανθρώπους τους, να έχουν πονετική και τρυφερή καρδιά και να είναι περιποιητικοί και ευγενείς.
Ο Αλύπιος, αφού έμεινε πάμφτωχος, αποσύρθηκε στην έρημο, όπου έκανε ασκητική ζωή. Πληροφορίες αναφέρουν ότι έμεινε πάνω σ' ένα στύλο 50 (κατ’ άλλους 53 ή 66) χρόνια για λόγους άσκησης και κάτω από διάφορες καιρικές συνθήκες.
Η φήμη της αρετής του έφερε κοντά στον Αλύπιο και άλλες ψυχές, που ζητούσαν ειρηνικό καταφύγιο. Στους ανθρώπους αυτούς υπήρξε φιλόστοργος πνευματικός πατέρας, και τους καθοδηγούσε με τις συμβουλές του και τους στήριζε με το παράδειγμα του.
Πέθανε ειρηνικά το έτος 608 μ.Χ., αφού έζησε 100 χρόνια, κατ' άλλους 120. Τελείται δε η Σύναξις αυτού «ἐν τῇ μονῇ αὐτοῦ τῇ οὔσῃ πλησίον τοῦ Ἱπποδρομίου», κατά τον Παρισινό Κώδικα 1594.
Οι γονείς του έδωσαν στον Αλύπιο χριστιανική ανατροφή, που στο πρόσωπο του επέφερε καρπούς εκατονταπλασίονας. Είχε μεγάλη περιουσία, την οποία δαπάνησε στους φτωχούς και πάσχοντες της περιοχής του. Διότι ευχαρίστηση του ήταν να εκπληρώνει το νόμο του Θεού, που προτρέπει τους χριστιανούς να είναι «συμπαθεῖς, φιλάδελφοι, εὔσπλαχνοι, φιλόφρονες» (Α' επιστολή Πέτρου, γ' 8). Δηλαδή να συμπαθούν και να συμμετέχουν στις λύπες των αδελφών τους, να αγαπούν σαν αδελφούς τους συνανθρώπους τους, να έχουν πονετική και τρυφερή καρδιά και να είναι περιποιητικοί και ευγενείς.
Ο Αλύπιος, αφού έμεινε πάμφτωχος, αποσύρθηκε στην έρημο, όπου έκανε ασκητική ζωή. Πληροφορίες αναφέρουν ότι έμεινε πάνω σ' ένα στύλο 50 (κατ’ άλλους 53 ή 66) χρόνια για λόγους άσκησης και κάτω από διάφορες καιρικές συνθήκες.
Η φήμη της αρετής του έφερε κοντά στον Αλύπιο και άλλες ψυχές, που ζητούσαν ειρηνικό καταφύγιο. Στους ανθρώπους αυτούς υπήρξε φιλόστοργος πνευματικός πατέρας, και τους καθοδηγούσε με τις συμβουλές του και τους στήριζε με το παράδειγμα του.
Πέθανε ειρηνικά το έτος 608 μ.Χ., αφού έζησε 100 χρόνια, κατ' άλλους 120. Τελείται δε η Σύναξις αυτού «ἐν τῇ μονῇ αὐτοῦ τῇ οὔσῃ πλησίον τοῦ Ἱπποδρομίου», κατά τον Παρισινό Κώδικα 1594.
Όσιος Νίκων ο «Μετανοεῖτε»
Ο Όσιος Νίκων γεννήθηκε μεταξύ των ετών 920 - 925 μ.Χ. Καταγόταν από τον Πολεμωνιακό Πόντο και ήταν γιος μεγιστάνα.
Νέος ακόμα άφησε το πατρικό του σπίτι και μόνασε. Επειδή δε τον διέκρινε Ιερός ζήλος και μεγάλο χάρισμα διδακτικότητας, γύρισε όλη την Ανατολή σαν απεσταλμένος της Μονής του κηρύττοντας το Ευαγγέλιο και επαναλάμβανε τη φωνή, που αντήχησε πρώτα στην έρημο της Ιουδαίας και κοντά στις όχθες του Ιορδάνη: «Μετανοεῖτε».
Κατόπιν ο όσιος Νικών πήγε στην Κρήτη, όπου παρέμεινε διδάσκοντας για 20 χρόνια. Από κει πήγε στην Πελοπόννησο, όπου κατέληξε στην πόλη των Λακώνων. Εκεί κήρυξε, έκανε διάφορα θαύματα και έκτισε ναό στο όνομα του Σωτήρος Ιησού Χριστού. Η ηθική επιρροή του στους κατοίκους, υπήρξε μεγάλη. Και στη χώρα αυτή, που αγάπησε περισσότερο και από την πατρίδα του, άφησε την τελευταία του πνοή το έτος 998 μ.Χ.
Αξίζει τέλος να σημειώσουμε ότι ο Όσιος Νίκων επισκέφτηκε και την Εύβοια. Εκεί ασχολήθηκε, όπως έπραττε παντού, με το κήρυγμα. Έλαβε αφορμή από το φαινόμενο της παλίρροιας και μίλησε «Περί της ρευστότητας και μεταβλητότητας του εγκοσμίου βίου και περί των ασταθών τρόπων των ακαταστάτων ανθρώπων». Τόπος από όπου εκήρυττε ήταν το υψηλό φρούριο του Ευρίπου (Χαλκίδος). Θαυματούργησε σώζοντας ένα παιδί που έπεσε από ψηλά από το φρούριο. Όλοι νόμιζαν ότι σκοτώθηκε. Όταν συνήλθε το παιδί είπε: Δεν σκοτώθηκα γιατί με κράτησε αυτός ο μοναχός που λέει «Μετανοείτε». Επίσης θεράπευσε μία δαιμονόπληκτη γυναίκα για τη θεραπεία της οποίας προσευχήθηκε δημόσια με τη συμμετοχή του λαού.
Νέος ακόμα άφησε το πατρικό του σπίτι και μόνασε. Επειδή δε τον διέκρινε Ιερός ζήλος και μεγάλο χάρισμα διδακτικότητας, γύρισε όλη την Ανατολή σαν απεσταλμένος της Μονής του κηρύττοντας το Ευαγγέλιο και επαναλάμβανε τη φωνή, που αντήχησε πρώτα στην έρημο της Ιουδαίας και κοντά στις όχθες του Ιορδάνη: «Μετανοεῖτε».
Κατόπιν ο όσιος Νικών πήγε στην Κρήτη, όπου παρέμεινε διδάσκοντας για 20 χρόνια. Από κει πήγε στην Πελοπόννησο, όπου κατέληξε στην πόλη των Λακώνων. Εκεί κήρυξε, έκανε διάφορα θαύματα και έκτισε ναό στο όνομα του Σωτήρος Ιησού Χριστού. Η ηθική επιρροή του στους κατοίκους, υπήρξε μεγάλη. Και στη χώρα αυτή, που αγάπησε περισσότερο και από την πατρίδα του, άφησε την τελευταία του πνοή το έτος 998 μ.Χ.
Αξίζει τέλος να σημειώσουμε ότι ο Όσιος Νίκων επισκέφτηκε και την Εύβοια. Εκεί ασχολήθηκε, όπως έπραττε παντού, με το κήρυγμα. Έλαβε αφορμή από το φαινόμενο της παλίρροιας και μίλησε «Περί της ρευστότητας και μεταβλητότητας του εγκοσμίου βίου και περί των ασταθών τρόπων των ακαταστάτων ανθρώπων». Τόπος από όπου εκήρυττε ήταν το υψηλό φρούριο του Ευρίπου (Χαλκίδος). Θαυματούργησε σώζοντας ένα παιδί που έπεσε από ψηλά από το φρούριο. Όλοι νόμιζαν ότι σκοτώθηκε. Όταν συνήλθε το παιδί είπε: Δεν σκοτώθηκα γιατί με κράτησε αυτός ο μοναχός που λέει «Μετανοείτε». Επίσης θεράπευσε μία δαιμονόπληκτη γυναίκα για τη θεραπεία της οποίας προσευχήθηκε δημόσια με τη συμμετοχή του λαού.
Πολιούχος: | Σπάρτη |
Άγιος Γεώργιος ο Νεομάρτυρας από τη Χίο
Ο Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε στη Χίο. Ο πατέρας του ονομαζόταν Παρασκευάς, η δε μητέρα του Αγγερού.
Σε ηλικία 18 μηνών, ορφανός από μητέρα, παραδόθηκε από τον πατέρα του να τον αναθρέψει η μητριά του. Σε παιδική ηλικία οι γονείς, παρέδωσαν τον Γεώργιο σε κάποιο λεπτουργό, Βισσετζή ονομαζόμενο, για να του μάθει την τέχνη του. Όταν κάποτε με το αφεντικό του ήλθε στα Ψαρά, για να φιλοτεχνήσουν το τέμπλο του ναού του Αγίου Νικολάου, ο Γεώργιος έφυγε με ορισμένους νέους στην Καβάλα. Εκεί συνελήφθη να κλέβει από έναν κήπο και παραδόθηκε στον κριτή. Για ν' αποφύγει την τιμωρία δέχτηκε τον Ισλαμισμό, περιτμήθηκε και ονομάστηκε Αχμέτ.
Σε ηλικία 10 χρονών, επέστρεψε στη Χίο κλαίγοντας και ομολογώντας τον Χριστό. Ο πατέρας του για να τον προφυλάξει τον μετέφερε σ' ένα κτήμα του στις Κυδωνιές.
Αργότερα, 22 χρονών, αρραβωνιάστηκε και ο αδελφός της μνηστής του, επειδή είχε μαζί του χρηματικές διαφορές, τον πρόδωσε στον Τούρκο διοικητή, ότι ενώ έγινε Μουσουλμάνος επανήλθε στον Χριστιανισμό. Βασανίστηκε σκληρά και αφού μέσα στη φυλακή κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων, το πρωί της 26ης Νοεμβρίου 1807 μ.Χ. του έκοψαν - με μαρτυρικό τρόπο - το κεφάλι λίγο-λίγο. Έτσι έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου, από τον αθλοθέτη Χριστό.
Σε ηλικία 18 μηνών, ορφανός από μητέρα, παραδόθηκε από τον πατέρα του να τον αναθρέψει η μητριά του. Σε παιδική ηλικία οι γονείς, παρέδωσαν τον Γεώργιο σε κάποιο λεπτουργό, Βισσετζή ονομαζόμενο, για να του μάθει την τέχνη του. Όταν κάποτε με το αφεντικό του ήλθε στα Ψαρά, για να φιλοτεχνήσουν το τέμπλο του ναού του Αγίου Νικολάου, ο Γεώργιος έφυγε με ορισμένους νέους στην Καβάλα. Εκεί συνελήφθη να κλέβει από έναν κήπο και παραδόθηκε στον κριτή. Για ν' αποφύγει την τιμωρία δέχτηκε τον Ισλαμισμό, περιτμήθηκε και ονομάστηκε Αχμέτ.
Σε ηλικία 10 χρονών, επέστρεψε στη Χίο κλαίγοντας και ομολογώντας τον Χριστό. Ο πατέρας του για να τον προφυλάξει τον μετέφερε σ' ένα κτήμα του στις Κυδωνιές.
Αργότερα, 22 χρονών, αρραβωνιάστηκε και ο αδελφός της μνηστής του, επειδή είχε μαζί του χρηματικές διαφορές, τον πρόδωσε στον Τούρκο διοικητή, ότι ενώ έγινε Μουσουλμάνος επανήλθε στον Χριστιανισμό. Βασανίστηκε σκληρά και αφού μέσα στη φυλακή κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων, το πρωί της 26ης Νοεμβρίου 1807 μ.Χ. του έκοψαν - με μαρτυρικό τρόπο - το κεφάλι λίγο-λίγο. Έτσι έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου, από τον αθλοθέτη Χριστό.
Όσιος Ακάκιος «ὁ ἐν τῇ Κλίμακι» |
Ο Όσιος Ακάκιος αναφέρεται από τον Άγιο Ιωάννη, που συνέγραψε την Κλίμακα γι' αυτό και ονομάζεται «ὁ ἐν τῇ Κλίμακι».
Μόνασε στη Μικρά Ασία (στο Μοναστήρι Κελλιβάρα του όρους Λάτρου) και διακρίθηκε για την ανεξάντλητη υπομονή του. Έλεγε μάλιστα: «πλανώνται όσοι νομίζουν ότι δεν θυμώνω ποτέ. Θυμώνω, αλλά κατά των δύο μεγαλυτέρων εχθρών. Ο ένας είναι ο Σατανάς, τον άλλο περιττό να σας τον πω» και έδειχνε τον εαυτό του.
Στο Μοναστήρι είχε πολύ δύστροπο προϊστάμενο, αλλά απέναντι του ο Ακάκιος δεν έλεγε το παραμικρό. Ο ηγούμενος τον κακοποιούσε και ο Ακάκιος τον αγαπούσε, όμως τον έθλιβε το γεγονός ότι κινδύνευε η σωτηρία του ηγουμένου του από την όλη διαγωγή του.
Ο Ακάκιος πέθανε νέος, έχοντας παροιμιώδη υπομονή και ζωντανή ελπίδα στον Θεό.
Ακολουθία του Οσίου συνέγραψε ο σοφολογιότατος διδάσκαλος Xριστοφόρος Προδρομίτης.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, στον συναξαριστή του, μας πληροφορεί ότι το τίμιο λείψανο του Αγίου έμεινε άφθορο και σώο για πολλά χρόνια. Μας διηγείται δε και την εξής ιστορία:
«Συνέβη δε μίαν φοράν να εύγουν οι μοναχοί του Mοναστηρίου εκείνου διά να θερίσουν. Eπειδή εις τούτο τους εκάλει ο του θέρους καιρός. Δύω δε μόνον αδελφοί έμειναν εις το Mοναστήριον. O ένας μεν, διά να το φυλάττη, ο δε άλλος, διατί ήτον ασθενής. Hκολούθησε λοιπόν και απέθανεν ο ασθενής. O δε άλλος αδελφός, μόνος ώντας, δεν εδύνετο να σκάψη τάφον, και τα άλλα να κάμη τα εις ταφήν επιτήδεια. Όθεν ανοίξας τον έτοιμον τάφον του Aγίου Aκακίου, εκεί έβαλε τον αποθανόντα ομού με τον Άγιον.
Kατά την αυρινήν δε ημέραν πηγαίνωντας εις τον τάφον, ευρήκεν ερριμμένον έξω του τάφου τον αποθανόντα αδελφόν. Kαι πάλιν έβαλεν αυτόν μέσα εις τον τάφον του Aγίου. Eπειδή δε πάλιν εύρεν αυτόν έξω ερριμμένον, επαραπονείτο προς τον Άγιον, δικαιολογούμενος και λέγων. Ήκουσα, Άγιε Aκάκιε, ότι κανένας άλλος δεν επρόκοψεν εις την υπακοήν καθώς εσύ. Aλλά τώρα, ως βλέπω, έγινες παρήκοος και υπερήφανος τόσον, ώστε οπού δεν δέχεσαι τον αδελφόν μέσα εις τον τάφον σου, αλλά τον ρίπτεις έξω. Λοιπόν ή άφες αυτόν να ευρίσκεται μαζί σου εις ένα τάφον, ή ανίσως πάλιν ρίψης αυτόν έξω, πλέον δεν θέλω σε υποφέρω, αλλά θέλω σε εκβάλω από τον τάφον. Όθεν έβαλε τον αδελφόν πάλιν εις τον τάφον του Aγίου και ανεχώρησε. Tην αυρινήν δε ημέραν πηγαίνωντας πάλιν, τον μεν αποθανόντα αδελφόν, εύρε κείμενον εις τον τάφον, τον δε Άγιον Aκάκιον δεν ευρήκεν. Όθεν έως της σήμερον βλέπεται ο τάφος άδειος, έχων την επωνυμίαν του Aγίου Aκακίου».
Μόνασε στη Μικρά Ασία (στο Μοναστήρι Κελλιβάρα του όρους Λάτρου) και διακρίθηκε για την ανεξάντλητη υπομονή του. Έλεγε μάλιστα: «πλανώνται όσοι νομίζουν ότι δεν θυμώνω ποτέ. Θυμώνω, αλλά κατά των δύο μεγαλυτέρων εχθρών. Ο ένας είναι ο Σατανάς, τον άλλο περιττό να σας τον πω» και έδειχνε τον εαυτό του.
Στο Μοναστήρι είχε πολύ δύστροπο προϊστάμενο, αλλά απέναντι του ο Ακάκιος δεν έλεγε το παραμικρό. Ο ηγούμενος τον κακοποιούσε και ο Ακάκιος τον αγαπούσε, όμως τον έθλιβε το γεγονός ότι κινδύνευε η σωτηρία του ηγουμένου του από την όλη διαγωγή του.
Ο Ακάκιος πέθανε νέος, έχοντας παροιμιώδη υπομονή και ζωντανή ελπίδα στον Θεό.
Ακολουθία του Οσίου συνέγραψε ο σοφολογιότατος διδάσκαλος Xριστοφόρος Προδρομίτης.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, στον συναξαριστή του, μας πληροφορεί ότι το τίμιο λείψανο του Αγίου έμεινε άφθορο και σώο για πολλά χρόνια. Μας διηγείται δε και την εξής ιστορία:
«Συνέβη δε μίαν φοράν να εύγουν οι μοναχοί του Mοναστηρίου εκείνου διά να θερίσουν. Eπειδή εις τούτο τους εκάλει ο του θέρους καιρός. Δύω δε μόνον αδελφοί έμειναν εις το Mοναστήριον. O ένας μεν, διά να το φυλάττη, ο δε άλλος, διατί ήτον ασθενής. Hκολούθησε λοιπόν και απέθανεν ο ασθενής. O δε άλλος αδελφός, μόνος ώντας, δεν εδύνετο να σκάψη τάφον, και τα άλλα να κάμη τα εις ταφήν επιτήδεια. Όθεν ανοίξας τον έτοιμον τάφον του Aγίου Aκακίου, εκεί έβαλε τον αποθανόντα ομού με τον Άγιον.
Kατά την αυρινήν δε ημέραν πηγαίνωντας εις τον τάφον, ευρήκεν ερριμμένον έξω του τάφου τον αποθανόντα αδελφόν. Kαι πάλιν έβαλεν αυτόν μέσα εις τον τάφον του Aγίου. Eπειδή δε πάλιν εύρεν αυτόν έξω ερριμμένον, επαραπονείτο προς τον Άγιον, δικαιολογούμενος και λέγων. Ήκουσα, Άγιε Aκάκιε, ότι κανένας άλλος δεν επρόκοψεν εις την υπακοήν καθώς εσύ. Aλλά τώρα, ως βλέπω, έγινες παρήκοος και υπερήφανος τόσον, ώστε οπού δεν δέχεσαι τον αδελφόν μέσα εις τον τάφον σου, αλλά τον ρίπτεις έξω. Λοιπόν ή άφες αυτόν να ευρίσκεται μαζί σου εις ένα τάφον, ή ανίσως πάλιν ρίψης αυτόν έξω, πλέον δεν θέλω σε υποφέρω, αλλά θέλω σε εκβάλω από τον τάφον. Όθεν έβαλε τον αδελφόν πάλιν εις τον τάφον του Aγίου και ανεχώρησε. Tην αυρινήν δε ημέραν πηγαίνωντας πάλιν, τον μεν αποθανόντα αδελφόν, εύρε κείμενον εις τον τάφον, τον δε Άγιον Aκάκιον δεν ευρήκεν. Όθεν έως της σήμερον βλέπεται ο τάφος άδειος, έχων την επωνυμίαν του Aγίου Aκακίου».
Άγιος Σοφιανός επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως καί Αργυροκάστρου
Ο Άγιος Σοφιανός, υπήρξε σημαντική θρησκευτική προσωπικότητα της εποχής του στην περιοχή της Ηπείρου και θεωρείται ο πρόδρομος του Κοσμά του Αιτωλού. Γεννήθηκε πιθανότατα στο χωριό Πολύτσιανη (περιοχή Πωγωνίου της Βορείου Ηπείρου). Έμεινε γνωστός από τη στιγμή που ανέλαβε επίσκοπος Δρυινουπόλεως (περιοχή Αργυροκάστρου, Δέλβινου, Χειμάρρας).
Το 1672 μ.Χ. ίδρυσε στο τοπικό μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου σχολείο. Την εποχή που έζησε, οι εξισλαμισμοί ήταν ιδιαίτερα σύνηθες φαινόμενο. Ο ίδιος θέλοντας να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση περιόδευε από χωριό σε χωριό για να πείσει τον κόσμο να διατηρήσει τις παραδόσεις και την θρησκεία του. Το 1711 μ.Χ., λίγους μήνες πριν τον θάνατό του, παραιτείται από τα ιερατικά καθήκοντα και γίνεται μοναχός για να αποδοθεί αποκλειστικά στο κηρυκτικό και ιεραποστολικό του έργο.
Λόγω το χαρακτήρα του ήταν ιδιαίτερα σεβαστός ακόμη και από τους μουσουλμάνους. Μαρτυρείται μάλιστα η περίπτωση μιας νεαρής μουσουλμάνας, που απελπισμένη προσέφυγε στον Άγιο, αδυνατώντας να βρει το κεντημένο με χρυσά φλουριά φέσι της. Εκείνος προσευχήθηκε θερμά και της αποκάλυψε ότι το φέσι της βρισκόταν στην φωλιά ενός πελαργού, υποδεικνύοντας μάλιστα το ακριβές σημείο, όπου λίγο αργότερα το βρήκε ευγνωμονώντας τον Άγιο.
Ένα ακόμη θαύμα του Αγίου μαρτυρούν οι ιστορικές πηγές και οι προφορικές μαρτυρίες. Τη Μονή του Αγίου Αθανασίου επισκέφτηκε ένας διαβάτης, στον οποίο οι μοναχοί διηγήθηκαν κάποιο θαύμα. Στη διήγηση ήταν παρών και ο Άγιος Σοφιανός, που άκουγε προσεκτικά. Ο διαβάτης αρχικά φάνηκε δύσπιστος στη διήγηση των μοναχών και κατόπιν εξέφρασε έντονα την απιστία του. Τότε ο Άγιος σηκώθηκε και διέταξε ένα νεαρό καλογέρι να πάρει από το τζάκι τρία κομμάτια ξύλου κερασιάς, που καίγονταν. Ζήτησε από τον ξένο και άπιστο διαβάτη και τον καλόγερο να τον ακολουθήσουν στην αυλή και, παίρνοντας την αξίνα, φύτεψε τα καμένα τρία κομμάτια ξύλου λέγοντας στο διαβάτη ότι αυτά θα ανθίσουν και θα καρποφορήσουν μέχρι επόμενη άνοιξη, για να του δείξει ο Θεός έμπρακτα ότι η διήγηση των μοναχών για το αναφερόμενο θαύμα ήταν πέρα για πέρα αληθινή.
Και με τις προσευχές του Αγίου το θαύμα έγινε. Τα καμένα ξύλα έπιασαν ρίζες, έβγαλαν φύλλα και καρπούς, όπως εκείνος είχε προβλέψει. Βρίσκονται ακόμη και στις μέρες μας στον περίβολο της Ιεράς Μονής, που σήμερα φέρει πλέον και το όνομα του Αγίου και ονομάζεται Μονή Αγίων Αθανασίου και Σοφιανού.
Ο Άγιος Σοφιανός κοιμήθηκε στις 26 Νοεμβρίου του 1711 μ.Χ. Η τιμία του κάρα καθώς και τα ιερά του λείψανα φυλάσσονται σε περίτεχνες θήκες, τα οποία από την Μονή του Οσίου μεταφέρθηκαν για λόγους ασφαλείας από τον ευλαβέστατο ιερέα του χωριού π. Ευθύμιο Καλαμά και τους κατοίκους του στο κεντρικό ιερό Ναό των Ταξιαρχών της Πολύτσανης, όπου μέχρι σήμερα φυλάσσονται για αγιασμό και ευλογία.
Το 1672 μ.Χ. ίδρυσε στο τοπικό μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου σχολείο. Την εποχή που έζησε, οι εξισλαμισμοί ήταν ιδιαίτερα σύνηθες φαινόμενο. Ο ίδιος θέλοντας να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση περιόδευε από χωριό σε χωριό για να πείσει τον κόσμο να διατηρήσει τις παραδόσεις και την θρησκεία του. Το 1711 μ.Χ., λίγους μήνες πριν τον θάνατό του, παραιτείται από τα ιερατικά καθήκοντα και γίνεται μοναχός για να αποδοθεί αποκλειστικά στο κηρυκτικό και ιεραποστολικό του έργο.
Λόγω το χαρακτήρα του ήταν ιδιαίτερα σεβαστός ακόμη και από τους μουσουλμάνους. Μαρτυρείται μάλιστα η περίπτωση μιας νεαρής μουσουλμάνας, που απελπισμένη προσέφυγε στον Άγιο, αδυνατώντας να βρει το κεντημένο με χρυσά φλουριά φέσι της. Εκείνος προσευχήθηκε θερμά και της αποκάλυψε ότι το φέσι της βρισκόταν στην φωλιά ενός πελαργού, υποδεικνύοντας μάλιστα το ακριβές σημείο, όπου λίγο αργότερα το βρήκε ευγνωμονώντας τον Άγιο.
Ένα ακόμη θαύμα του Αγίου μαρτυρούν οι ιστορικές πηγές και οι προφορικές μαρτυρίες. Τη Μονή του Αγίου Αθανασίου επισκέφτηκε ένας διαβάτης, στον οποίο οι μοναχοί διηγήθηκαν κάποιο θαύμα. Στη διήγηση ήταν παρών και ο Άγιος Σοφιανός, που άκουγε προσεκτικά. Ο διαβάτης αρχικά φάνηκε δύσπιστος στη διήγηση των μοναχών και κατόπιν εξέφρασε έντονα την απιστία του. Τότε ο Άγιος σηκώθηκε και διέταξε ένα νεαρό καλογέρι να πάρει από το τζάκι τρία κομμάτια ξύλου κερασιάς, που καίγονταν. Ζήτησε από τον ξένο και άπιστο διαβάτη και τον καλόγερο να τον ακολουθήσουν στην αυλή και, παίρνοντας την αξίνα, φύτεψε τα καμένα τρία κομμάτια ξύλου λέγοντας στο διαβάτη ότι αυτά θα ανθίσουν και θα καρποφορήσουν μέχρι επόμενη άνοιξη, για να του δείξει ο Θεός έμπρακτα ότι η διήγηση των μοναχών για το αναφερόμενο θαύμα ήταν πέρα για πέρα αληθινή.
Και με τις προσευχές του Αγίου το θαύμα έγινε. Τα καμένα ξύλα έπιασαν ρίζες, έβγαλαν φύλλα και καρπούς, όπως εκείνος είχε προβλέψει. Βρίσκονται ακόμη και στις μέρες μας στον περίβολο της Ιεράς Μονής, που σήμερα φέρει πλέον και το όνομα του Αγίου και ονομάζεται Μονή Αγίων Αθανασίου και Σοφιανού.
Ο Άγιος Σοφιανός κοιμήθηκε στις 26 Νοεμβρίου του 1711 μ.Χ. Η τιμία του κάρα καθώς και τα ιερά του λείψανα φυλάσσονται σε περίτεχνες θήκες, τα οποία από την Μονή του Οσίου μεταφέρθηκαν για λόγους ασφαλείας από τον ευλαβέστατο ιερέα του χωριού π. Ευθύμιο Καλαμά και τους κατοίκους του στο κεντρικό ιερό Ναό των Ταξιαρχών της Πολύτσανης, όπου μέχρι σήμερα φυλάσσονται για αγιασμό και ευλογία.
Όσιος Ιάκωβος ο Αναχωρητής
Για τον Όσιο Ιάκωβο αφηγείται ο Θεοδώρητος Κύρου, που γνώρισε τον όσιο προσωπικά (Φιλόθεος Ιστορία, αριθ. 21). Καταγόταν από την πόλη Κύρου και ασκήτευε στην αρχή, μέσα σ' ένα πολύ στενό κελί. Κατόπιν ανέβηκε στο κοντινό βουνό της πόλης Κύρου και εκεί ασκήτευε χωρίς να κατασκευάσει καλύβα. Έφτασε σε τόσο μεγάλα ύψη πνευματικότητας, που κάποτε ο Θεός τον αξίωσε να αναστήσει το παιδί μιας οικογένειας. Έτσι λοιπόν, αυστηρά ασκητικά αφού έζησε, απεβίωσε ειρηνικά.
Όσιος Σίλος επίσκοπος Κορίνθου της Περσίας
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.
Άγιος Πέτρος επίσκοπος Ιεροσολύμων
Ο Άγιος Πέτρος επίσκοπος Ιεροσολύμων είναι άγνωστος στους Συναξαριστές. Η μνήμη του αναφέρεται στο Ιεροσολυμιτικό Κανονάριο σ. 119, έκδοση Αρχιμανδρίτη Καλλίστου.
Όσιος Χαιρέμων
Ο Όσιος Χαιρέμων δεν αναφέρεται από τα Μηναία και τον Συναξαριστή του Αγίου Νικόδημου. Αναφέρεται όμως την ήμερα αυτή από τον Παρισινό Κώδικα 1621 με σύντομο υπόμνημα, που λέει, ότι έζησε με αγνότητα και σωφροσύνη. Επίσης η ζωή του μέσα στην έρημο ήταν ασκητικότατη και έτσι απεβίωσε.
Άγιος Ιννοκεντίος ο Θαυματουργός πρώτος επίσκοπος Ιρκούτας
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Ρώσου Αγίου.
Άγιος Προκόπιος ο Πέρσης
Ο Άγιος Προκόπιος ο Πέρσης είναι άγνωστος στους Συναξαριστές και τα Μηναία. Από την Ακολουθία του στον Παρισινό Κώδικα 259φ. 229α, μαθαίνουμε ότι ήλεγξε την πλάνη των ειδώλων και υπέστη μαρτυρικό θάνατο μετά από πολλά και διάφορα βασανιστήρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου